Την Κυριακή το πρωί ανοίγοντας το φέιςμπουκ έπεσα πάνω σε ένα βίντεο που είχε βάλει ένας φίλος. Εντάξει..ήρθαν απανωτές οι αναμνήσεις. "Σαν την κακήν αργατινή που βρέχει και χιονίζει ετσά είναι κι η αγάπη σου και ποιος την κουλαντρίζει" . Μου το λεγε ο μπαμπάς αυτό..Χαμόγελο..Και καπάκια ακολουθούν κι άλλες αναμνήσεις..Είμαστε στο χωριό.Είναι καλοκαίρι και Σάββατο. Το βράδυ παίζει γάμος στην Αγία Ζώνη και μετά γλέντι στο προαύλιο του σχολείου. Ανυπομονησία όλα τα παιδιά..Για τον χαβαλέ του πράγματος.Όχι ότι κάναμε και πολύ δηλαδή, αλλά και μόνο ότι θα παίζαμε μέχρι αργά και δεν θα μας έβαζε κανείς στο κρεβάτι από τις 10 ήταν μεγάλη υπόθεση.Άσε που θα φοράγαμε τα καλά μας!
Ύπνος υποχρεωτικός το μεσημέρι για να αντέξουμε μέχρι το βράδυ. Ξύπνημα, παγωτό, τα καλά μας, γάμος και μετά γλέντι..Με τη γιαγιά να μυρίζει τόσο όμορφα, και να κρατάει τη ζακέτα μου που εγώ έχω πετάξει και τρέχω γύρω γύρω..
Έρχονται οι μουσικοί, λύρα, λαούτο. Ξεκινάνε με αυτό. Της τάβλας που λέμε..Η πρώτη φορά που το είχα ακούσει ήταν τότε.Και είχα νιώσει κάτι ρε γαμώτο, αν και ήμουν μικρούλα..Δεν ξέρω τι..Αλλά κάτι.Σαν γαργαλητό στο στομάχι.. Ήρθε κι η νύφη με τον γαμπρό..Σήμερα γάμος γίνεται τραγουδάει ο λυρατζής , χωρίς να ξεφεύγει από τα συνηθισμένα..Και τι πειράζει; Αφού είναι όμορφα και χαρούμενα!
Έρχονται και τα φαγητά και ο παππούς επιμένει να πάω στο τραπέζι και να φάω.Και τι να κάνω, πάω και λέω στην Μαρία "θα έρθω μετά στο τραπέζι σου". Γιατί πρέπει κι αυτή να φάει.Και τρώω το πιλάφι, το τέλειο γαμοπίλαφο, και ο παππούς επιμένει να φάω και γίδα βραστή ή ψητό, αλλά εγώ δεν θέλω, μου μυρίζει και θέλω να πάω να παίξω.
Αρχίζουν και οι χοροί.Εγώ ακόμα δεν ήξερα να χορεύω Κρητικά , και καθόμουν στην ακρούλα και κοίταγα και προσπαθούσα να καταλάβω τι κάνουν με τα ποδαράκια τους, αλλά ήταν τόσο δύσκολα και περίπλοκα αυτά τα βηματάκια του Καστρινού..Και αυτή η κοπέλα δεν ντρέπεται να μπαίνει έτσι μέσα στη μέση και να στροβιλίζεται και να φέρνει φούρλες ενώ οι άλλοι χτυπάνε παλαμάκια;;;;Μπαίνει σούστα μετά. Πόσο δύσκολο μπορεί να είναι; Παίρνω τη Μ. από το χέρι και χωνόμαστε στον κόσμο που χορεύει.Χορεύουμε κι εμείς και γελάμε.Ντρεπόμαστε και λίγο αλλά είναι τόσο όμορφα..
Μετά βαριόμαστε, πάμε να παίξουμε κρυφτό με τα άλλα παιδάκια..Και τρεχάλες από δω κι από κει και όλες οι κρυψώνες είναι ιδανικές. Περνάνε ώρες, το γλέντι κρατάει καλά , παίζουν και οι μπαλωθιές και φοβάμαι λίγο.Πάω στο τραπέζι και κάθομαι δίπλα στην γιαγιά μου που μυρίζει ακόμα πολύ όμορφα και με αγκαλιάζει.Φυσάει και κρυώνω λιγάκι..Βάζω τη ζακέτα μου..Μετά από λίγο σηκωνόμαστε να φύγουμε..Δεν θέλω,ο κόσμος ακόμα χορεύει, ο παππούς ανένδοτος. Φεύγουμε.Στο σπίτι ξαπλώνω κάτω από την πικέ κουβέρτα και ακούω τις μουσικές από το γλέντι.Δίπλα μένουμε. Ακούγονται μακριά όμως..Αποκοιμιέμαι..