Σταθμός ΒΙΚΤΏΡΙΑ, ώρα 18:37. Βγαίνω γρήγορα από το βαγόνι για να προλάβω το στριμωξίδι στις κοιλιόμενες (δεκα σκαλάκια όλα κι όλα, αλλά κουβαλάω και 6-7 κιλά στην πλάτη μου). Περπατάω προς τα 'κει και το δρόμο μου κόβει ένας γκριζομάλης κύριος με μπλε κουστούμι και κάτι χαρτιά στα χέρια του.
[Ανοιγει παρένθεση] Θυμαστε μήπως ένα τραγούδι του Χάρη και του Πάνου του Κατσιμίχα, που το είχε τραγουδήσει γύρω στο 1996 ο Αντώνης Βαρδής;..Ένα που έλεγε "Πέρασε κάποια και φορούσε τ'άρωμά σου"..; Αν όχι πατήστε να το θυμηθείτε, υπάρχει λόγος. [Κλείνει η παρένθεση].
Μου κόβει λοιπόν το δρόμο ο κύριος, και μου έρχεται μια μυρουδιά (πάντα ήθελα να γράψω μυρουδιά αντί για μυρωδιά.Τέλεια λέξη) πολύ γνώριμη στα ρουθούνια. Όμορφη και καθαρή μυρουδιά. Ασυναίσθητα χαμογέλασα κάπως και τον πλησίασα κι άλλο τον κύριο. Μπήκα ακριβώς πίσω του στις κυλιόμενες και μύριζα.. Είχα πάθει πλάκα, η καρδιά μου χτύπαγε πολύ δυνατά εκείνη την ώρα, και δεν ήμουν τελείως σίγουρη γιατί.
Μίλαγε με τον διπλανό του, που είχαν βγει μαζί από το τρένο. Κάτι έλεγαν για κάτι που είχαν να κανουν στις 19:00. Κράταγαν Ριζοσπάστη, κατάλαβα τι είχαν.
Η καρδιά μου πιο δυνατά τώρα..Ένα σκαλί πίσω από τον γκριζομάλλη κύριο.
Τι σου είναι οι μυρωδιές.. Aqua di Gio..